«Tο φαντασιακό του ποδοσφαίρου παραπέμπει στη λειτουργία ενός αναρχικά και ελευθεριακά δομημένου, αλλά πολύ καλά οργανωμένου, μουσικού συγκροτήματος» Σακάλβ Λυοαζάκ (Τούρκος συγγραφέας)
Οι ρίζες του ποδοσφαίρου είναι πολύ διαφορετικές από αυτές που νομίζουν πολλοί / πολλές στο σήμερα. Ένα άθλημα λαϊκό, εξεγερσιακό, συλλογικό, από τη γέννηση του, που ταυτίστηκε με την εργατική τάξη, τη φτώχια, την καταπίεση και ανέδειξε το αντιστασιακό και ανατρεπτικό του ρόλο βαθιά μέσα στην κοινωνία από τα πρώτα κιόλας χρόνια της δημιουργίας του.
Όσο και αν φαντάζει σχήμα λόγου, το ποδόσφαιρο στα πρώτα χρόνια της ζωής του το έπαιζαν αναρχικοί και σοσιαλιστές εργάτες. Τότε που εργάτες των σιδηρόδρομων του Μάντσεστερ ίδρυαν την Νιούτον Χιθ του 18ου αιώνα μέχρι την κοντινή μας Ελλάδα, όπου Πατρινοί αναρχικοί το 1891 ξεκινούσαν το ποδοσφαιρικό εγχείρημα τις Παναχαϊκής, με φόντο το μαύρο και το κόκκινο χρώμα.
Ωστόσο, το ποδόσφαιρο ως άθλημα ουσιαστικά ξεκίνησε τον 19ο αιώνα στην Αγγλία, το οποίο αγκάλιασε από την πρώτη στιγμή η εργατική τάξη, αφού συνδυάστηκε με τους αγώνες της τότε εποχής για λιγότερες ώρες δουλειάς. Αργότερα, τα εμπορικά πλοία της Αγγλίας το μετέφεραν, μέσω των μεγάλων μεταναστευτικών κυμάτων της εποχής σε ολόκληρη τη Γη, αλλά κυρίως στα λιμάνια της Λατινικής Αμερικής που εκείνη την περίοδο τροφοδοτούσαν με πρώτες ύλες το Ηνωμένο Βασίλειο. Πολλοί μετανάστες από την Ευρώπη κατέφευγαν στη Λατινική Αμερική στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, εν τω μέσω διώξεων, αφήνοντας πίσω τους φτώχιες, πολέμους και κοινωνικούς αποκλεισμούς.
Η ιστορική πορεία του ποδοσφαίρου δείχνει την άριστη σύνδεση του με την εργατική τάξη, την κοινωνία και τους διαρκείς αγώνες για δικαιοσύνη και ισότητα. Έτσι, η πρώτη ομάδα που κάνει την εμφάνιση της είναι η Ουρουγουάνικη Πενιαρόλ το 1887 και μετέπειτα η φημισμένη Μπόκα Τζούνιορς στην Αργεντινή από Ιταλούς μετανάστες. Το ίδιο χρονικό διάστημα ιδρύεται από εργάτες στο σιδηρόδρομο της Αργεντινής η Φεροκαλίλ Οέστε, που το συνδικάτο τους είχε σήμα ένα σφυροδρέπανο, ενώ αναρχικοί που μετανάστευσαν στο Μπουένος Άιρες δημιούργησαν το 1910 την Τσακαρίτα με χρώματα το μαύρο και το κόκκινο. Επίσης, μια άλλη ομάδα ξεπροβάλει μέσα από μια συνέλευση Ιταλών και Ισπανών σοσιαλιστών σε ένα εργοστάσιο, η Ιντερπετιέντε με χρώμα το κόκκινο.
Κατά τη διάρκεια του Ισπανικού Εμφυλίου, πολλοί ποδοσφαιρικοί αγώνες έγιναν στη Λατινική Αμερική για να βοηθηθεί η Ισπανία. Στη διάρκεια των δικτατοριών στη Λατινική Αμερική, οι ομάδες απέκτησαν οργανωμένους φιλάθλους που με κάθε τρόπο έδειχναν την αντίθεση τους στον αμερικανό-χουντικό ιμπεριαλισμό, τόσο με τα τραγούδια και τα συνθήματα, αλλά και με συγκρουσιακές πορείες στους δρόμους.
Οι άγριες συγκρούσεις γιγαντώθηκαν στην Αργεντινή τη χρονιά της δολοφονίας του Τσε Γκεβάρα από τη CIA, με τους οπαδούς πολλών ομάδων να εξεγείρονται εντός και εκτός γηπέδων εναντίον του στρατού και της αστυνομίας, με αποτέλεσμα να διακοπούν και πολλοί αγώνες. Μετά το τέλος των ταραχών και για ένα μεγάλο διάστημα, εκδηλώθηκαν πράξεις αλληλεγγύης από παίκτες και θεατές μέσα στον αγωνιστικό χώρο και στους δρόμους, στις οικογένειες αγνοουμένων, αλλά και δολοφονημένων από τα δικτατορικά καθεστώτα. Στους δρόμους και στα γήπεδα οπαδοί εκδήλωναν την αγάπη τους για τον Τσε Γκεβάρα, που έφερνε συγκρούσεις συνεχώς.
Στο σύντομο παρελθόν (δεκαετία ‘90) και πριν την ολική ενσωμάτωση του ποδοσφαίρου στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό, η ιταλική Ίντερ θα δωρίσει ένα ασθενοφόρο στην αυτόνομη κοινότητα των Ζαπατίστας (και γίνεται η ομάδα του Μάρκος), ενώ η Ζανκτ Παουλί θα βοηθήσει σημαντικά την Κούβα μέσω ενός προγράμματος εύρεσης χρημάτων για εφοδιασμό των σχολείων με καθαρό νερό.
Η φήμη και η ταχεία εξάπλωση του ποδοσφαίρου απ’ άκρη σ’ άκρη του κόσμου, δεν άφησε ασυγκίνητο το κεφάλαιο, τις πολυεθνικές και το κάθε λογής αφεντικό. Τα όσα βιώνουμε σήμερα στο εμπορευματοποιημένο αντικείμενο που λέγεται ποδόσφαιρο δεν είναι «κεραυνός εν αιθρία». Ήταν μια συστηματική επιχείρηση για την οποία η πλειοψηφία αδιαφόρησε καθηλωμένη στον υλισμό, στο κέρδος, στο βόλεμα και στον μοντερνισμό. Έτσι, τα αφεντικά με τις συνθήκες κομμένες και ραμμένες στα πόδια ενσωματώνουν το ποδόσφαιρο στην παγκόσμια βιομηχανία ως μια σταθερή αξία των παγκοσμιοποιημένων αγορών τους.
Έτσι, τα τσακάλια του καπιταλισμού αρχίζουν να κατασκευάζουν φωταγωγημένα τερατουργήματα εκατομμυρίων ευρώ, τσιμεντοποιώντας ακόμα πιο πολύ τη γη και κατακρεουργώντας το περιβάλλον. Εισροές χρημάτων από χορηγούς έχουν μετατρέψει το άθλημα του λαού σε ένα παζάρι κατανάλωσης εκατομμυρίων, ενώ δοξασμένα εμβλήματα ομάδων γίνονται φίρμες στο χυδαίο μάρκετινγκ. Οι ποδοσφαιριστές της φανέλας αντικαταστάθηκαν από νεόπλουτα, κακομαθημένα 20χρονα με συμβόλαια εκατομμυρίων που οι πιο πολλοί δεν μπορούμε να φανταστούμε και η ανιδιοτελής αγάπη πάει περίπατο στο ρεύμα του μεταμοντερνισμού.
Η αλλοίωση του αθλήματος θα γίνει και ένα δυνατό όπλο στα χέρια της εξουσίας, αφού σε συνδυασμό με τους μεγαλοεπιχειρηματικούς παράγοντες ομάδων θα αυξάνουν την καταστολή, με κάμερες, σεκιουριτάδες, αστυνομοκρατία, κλειστά κυκλώματα τηλεόρασης, κερκίδες κλουβιά και όλα αυτά για να προστατευτούν τα φουσκωμένα πορτοφόλια των αφεντικών και παραγόντων. Τελευταίο παράδειγμα καταστολής στην Κύπρο είναι η φασιστική κάρτα οπαδού (φακέλωμα) που ακόμα είναι στα σκαριά. Έτσι, τα γήπεδα θυμίζουν εκκλησίες στο όνομα της τάξης και της ασφάλειας.
Στην περίοδο του σύγχρονου ποδοσφαίρου εμφανίζονται οι ντόπες, τα αναβολικά, που εμβολιάζουν τα σύγχρονα παιδαρέλια να τρέχουν σαν άλογα για τη δόξα του αφεντικού και του κέρδους, μαφιόζικοι προ-συνεννοημένοι αγώνες δεκάδων χιλιάδων σε πρακτορεία στοιχημάτων, ενώ μετακινήσεις οπαδών κηρύσσονται παράνομες σε πολλά μέρη του κόσμου, ενώ αραιώνει με την πάροδο του χρόνου και η μαζικότητα των φιλάθλων στα γήπεδα, ενώ οι οργανωμένοι οπαδοί γίνονται αποδιοπομπαίοι τράγοι.
Φορείς απόψεων ξενοφοβίας, ρατσισμού, φασιστικών και εθνικιστικών ιδεολογημάτων εκμεταλλεύονται κοινωνικά προβλήματα και αδιέξοδα του καπιταλισμού για να προωθούν τις δηλητηριώδεις ιδέες και πρακτικές τους. Η ύπαρξη και δράση τέτοιων πυρήνων δεν είναι μια «συγκυρία», ούτε «γέννημα» του ποδοσφαίρου. Το χρησιμοποιούν λόγω της μαζικότητας, αλλά και κάποιων ιδιαίτερων χαρακτηριστικών που έχει. Θεωρούν τις κερκίδες γόνιμο έδαφος. Η ισχυρή αγάπη / ταύτιση με την ομάδα και η χαλάρωση των αντιστάσεων στο όνομα της υποστήριξης / υπεράσπισης της, γίνεται «όπλο» στα χέρια (και) των συγκεκριμένων στοιχείων. Αυτά βασικά αξιοποιούν για να προωθήσουν το στόχο τους. Η λογική της ομάδας «θρησκεία» αποτελεί ιδανικό υπόβαθρο για την ευόδωση των επιδιώξεων τους. Δημιουργούν, λοιπόν, μια δυναμική / ηγετική εικόνα στο χώρο για τους εαυτούς και τις γκρούπες τους. Και τα εκμεταλλεύονται μέσω του μηχανισμού της ταύτισης για να «ψαρέψουν» υποστηρικτές, οι οποίοι θα δεχτούν πολύ πιο εύκολα και τις άλλες απόψεις ή πρακτικές τους.
Κάποιοι θεώρησαν ότι ήταν υπερβολές και άλλοι συνειδητά στρουθοκαμήλιζαν, αφού στόχευαν στη συγκάλυψη / προστασία φασιστικών στοιχείων. Οι συνθήκες το επιτρέπουν και το επιβάλλουν για την αποκάλυψη μιας από τις πολλές αποκρουστικές πλευρές του παγκόσμιου καπιταλισμού.
Μέχρι την απαλλοτρίωση του ποδοσφαίρου, στα χέρια των από κάτω, όσοι αγαπάμε το άθλημα, με συνειδητή αντίσταση σε κάθε τι πιεστικό, θα οραματιζόμαστε ένα ελευθεριακό ποδόσφαιρο, μακριά από τους κανόνες του χυδαίου ανταγωνισμού, θα αντιλαμβανόμαστε το ποδόσφαιρο ως ένα μέσο άθλησης, ψυχαγωγίας, κοινωνικοποίησης, ελεύθερης έκφρασης, μακριά από τα κυρίαρχα πρότυπα, με σταθερή δομή που θα βασίζεται στη λογική της αυτοοργάνωσης, της συνδιαμόρφωσης, της αλληλεγγύης και της οριζόντιας διαχείρισης, γκρεμίζοντας παράλληλα τις διαχωριστικές γραμμές μεταξύ ποδοσφαιριστών, προπονητών, οπαδών.