Φανταστείτε ότι μια μέρα ξυπνάτε και είστε κατσαρίδα. Φανταστείτε ότι ζείτε στην Κυπριακή «Δημοκρατία» και μια μέρα σας συμβαίνει κάτι που μόνο σε ολοκληρωτικά καθεστώτα συμβαίνει: παγιδευμένοι σε έναν ψυχιατρικό γραφειοκρατικό μηχανισμό βρίσκεστε με μια ψυχιατρική ταμπέλα να διεκδικεί την ταυτότητά σας και με ένα μόνιμο τατουάζ από αντί-ψυχωτικά στα οπίσθια σαν αυτό της Rihanna στο video clip We found love. Μόνο που ενώ και εσάς το τατουάζ λέει mine, αυτό το mine δεν μεταφράζεται ως «ουσίες, τροχοί και το κορίτσι μου» όπως στο video clip, ούτε βέβαια ως «ο πισινός μου ανήκει σε μένα», αλλά ως «ο πισινός μου ανήκει στο κράτος, στην ψυχιατρική και σε όποιον άσχετο με πτυχίο και λοιπά συμβολικά κεφάλαια θέλει να το παίξει αυθεντία και να έχει την αλαζονεία να πιστέψει πως με ξέρει καλύτερα από εμένα με το τίμημα της υγείας μου». Και όλα αυτά βέβαια με πολύ νόμιμο τρόπο και μέσα στα πλαίσια του κινήματος απoϊδρυματοποίησης και εξάλειψης του στίγματος. Γιατί η ταμπέλα με την επιβλητική ονοματοθεσία της δεν είναι στίγμα, ούτε το μόνιμο τατουάζ που σας θρυμμάτισε τον μύθο της καλοπροαίρετης φύσης των ανθρώπων σηματοδοτώντας εκ νέου το λατινικό ρητό homo homini lupus. Βλέπετε, η «ψυχική ασθένεια» είναι μια «ασθένεια» όπως οι άλλες, ο διαβήτης ας πούμε, επομένως δεν θα έπρεπε κανείς να ντρέπεται για αυτό (μόνο εγώ βρίσκω unheimlich τη χρήση αυτής της λανθασμένης αναλογίας, τη στιγμή που τα ψυχοφάρμακα αποδείχτηκε ότι προκαλούν κατ’ ακρίβεια διαβήτη ανάμεσα στα άλλα;).
Τέτοιου είδους αποστιγματοποίηση είναι προβληματική. Τέτοιου είδους αποστιγματοποίηση είναι απολύτως βολική για τις ψυχοφαρμακοβιομηχανίες, αφού αυτό που λέει είναι πως η εμμέσως πλην σαφώς απαξιωτική διάγνωση είναι εντάξει, η επικίνδυνη χαποποίηση είναι εντάξει, η εξαπάτηση, το μίσος, το στέγνωμα της ζωτικής ενέργειας, η συστηματική καταπίεση είναι εντάξει, το μόνο που δεν είναι εντάξει είναι το να πιστεύεις πως κάποιος είναι κατώτερός σου επειδή είναι ψυχικά ασθενής. Kudos, μαζί σου και σε αυτό και στην αποϊδρυματοποίηση και στο δικαίωμα στην εργασία αλλά…δεν είναι υποκριτικό να λες πως έχεις εξαλείψει το στίγμα όταν αυτού του είδους η αποστιγματιστική πολιτική είναι τυφλή στον συμβολικό στιγματισμό από την ανισότητα που προκαλείται από τις σχέσεις εξουσίας στο σύστημα ψυχικής υγείας και στον μόνιμο πραγματικό στιγματισμό με πραγματικές συνέπειες στα σώματα όσων βρίσκονται μπλεγμένοι στα δίκτυα της ψυχιατρικής βιοεξουσίας;
Η κατάρα έχει πέσει και στις μέρες μας χιλιάδες κόσμος τρυπιέται από το αδράχτι και κοιμάται για εκατό χρόνια ίσως και παραπάνω. Βέβαια, θα πεις, επιλογή τους, τι περιμένουν; Τον πρίγκιπα; Τι μπανάλ. Ας ξυπνήσουν μόνοι τους. Αυτού του είδους όμως η ατομικιστική σκέψη είναι που γέννησε την ψυχιατρικοποίηση ευθύς εξ αρχής. Εξαρτόμαστε ο ένας από τον άλλο, είμαστε κοινότητα και στα πλαίσια της κοινότητας η λέξη φιλιά και η λέξη φιλία είναι ένας τόνος μακριά η μια από την άλλη. Μπορεί το peer support να είναι το φιλί αφύπνισης; Εξάλλου είναι μόνο μέσα από τον άλλο που αναγνωρίζεται η επιθυμία μας, μόνο μέσα από την αίσθηση κοινότητας που χτίζουμε μια πιο κοινωνικά ευαίσθητη ενεργητική συνειδητότητα και κινητοποιούμαστε για να διεκδικήσουμε αυτά που τολμήσαμε να φανταστούμε. Πώς θα ξυπνήσουμε ο ένας τον άλλο;
Φανταστείτε ότι μια μέρα ξυπνάτε και είσαστε κατσαρίδα. Αν κάποτε ήσασταν κατσαρίδα, μην ξεχνάτε τις άλλες κατσαρίδες. Αν είστε ακόμα κατσαρίδα, να ξέρετε πως δεν είσαστε μόνοι και πως υπάρχουν άνθρωποι που κάνουν συλλογικό αγώνα για κοινωνική αλλαγή και πως κανένας ψυχίατρος δεν είναι παντογνώστης. Η πληγή σας είναι δική σας, κανενός άλλου και ο καλύτερος δρόμος έξω από το παιχνίδι είναι να σταματήσετε να παίζετε το παιχνίδι. Είναι περίεργη αλχημεία αυτό το σταμάτημα, αλλά είναι δυνατό. Αν δεν ήσασταν ποτέ κατσαρίδα ούτε μπορείτε να φανταστείτε κάτι τέτοιο, ακούστε τις άστεγες φωνές που τρέμουν γύρω σας και μιλάνε χωρίς να μιλάνε: είσαστε εσείς, είναι καθρέφτης. Μέσα στον εαυτό υπάρχει πάντα ο άλλος και μέσα στον άλλο ο εαυτός. Αντί λοιπόν να λέμε πως πρέπει να αποδεχόμαστε (όχι να γιορτάζουμε υπερβατικά, όπως στηρίζει το Mad Pride κίνημα που επαναδιεκδικεί τις mad ταυτότητες) τα άτομα με «ψυχική ασθένεια», ίσως θα ήταν καλύτερη τακτική να βρίσκουμε τρόπους να καταπολεμούμε την ετεροποίηση και απανθρωποποίηση που είναι έμφυτη σε διαδικασίες ψυχιατρικοποίησης.
Με το κίνημα της αντιστιγματοποίησης αυτό που συχνά συμβαίνει είναι ένας στείρος ρεφορμισμός χωρίς ριζοσπαστικές προεκτάσεις. Ο ανθρώπινος πόνος, η ευαισθησία, τα συναισθήματα σε όλους τους τους πιθανούς χρωματισμούς, σε όλη τους την πολυπλοκότητα θα καταπιεστούν και θα στιγματιστούν με ένα στίγμα που δεν ονομάζεται, δεν εξορκίζεται αλλά νόμιμα χρησιμοποιείται από την ψυχιατρική εξουσία. Από την άλλη αυτό το στίγμα θα εξαφανιστεί όπου και όταν ο «ψυχικά ασθενής» υποκύψει και αποδεχτεί τη φαρμακευτική αγωγή. Είναι δώρο υπό όρους, έμμεσος εκβιασμός και στα πλαίσια αυτού του συστήματος δεν είναι λίγες οι φορές που με το πρόσχημα της ύπαρξης ανθρώπινης επιλογής (που δεν είναι παρά νεοφιλελεύθερη ψευδαίσθηση σε τούτο το συγκείμενο αφού συχνά οι άνθρωποι εξαναγκάζονται να πάρουν ψυχοφάρμακα) κανονικοποιούνται τα πιο στυγνά εγκλήματα. Η αντιστιγματιστική μάσκα δεν είναι στ’ αλήθεια αντιστιγματιστική. Η σημειολογία της βελόνας στο ιδεολογικά κατασκευασμένο και ψευδοεπιστημονικό ψυχιατρικό σύστημα είναι πολύ διαφορετική από την σημειολογία της βελόνας του τατουάζ. Κάποιοι κάνοντας στο σώμα τους τατουάζ κερδίζουν μια αίσθηση ελέγχου, γράφουν στον καμβά της σάρκας τους τις περιπέτειες της ψυχής τους. Κάποιοι όμως γυμνοί σαν άδεια γη προς κατάκτηση δέχονται τις βολές μιας κοινωνίας που τους έκανε εμετό και ενός ολοκληρωτικού πανοπτικού σχήματος που εγγράφεται πάνω τους στερώντας τους το πιο αναφαίρετο δικαίωμα: αυτό της σωματικής ακεραιότητας. Αυτού του είδους τα τατουάζ δεν θα έπρεπε να υπάρχουν ευθύς εξαρχής και είναι στρουθοκαμηλισμός να λες πως κάνεις αντιστιγματιστική πολιτική όταν υπάρχουν.
Έχω την αίσθηση πως όσοι από εμάς πιστεύουμε με αυτοϊκανοποίηση στη δικαιοσύνη του συστήματος είμαστε συνένοχοι σε ένα έγκλημα που δεν έχουμε δει και που όμως συμβαίνει στους υπονόμους της καθεστηκυίας τάξης μακριά από τα κανακευμένα και εύθικτα μάτια μας. Αυτή η ευθιξία όμως δεν βγάζει κανένα νόημα όταν οι παραπλανητικές κουρτίνες του συστήματος τραβηχτούν και έρθουμε αντιμέτωποι με τη σκληρότητα και τη βία που διαιωνίζει την τάξη πραγμάτων η οποία είναι χτισμένη στη σιωπή. Και ενώ τα παράπονα που ακούγονται είναι για τον στιγματισμό της «ψυχικής ασθένειας» και την ανάγκη να αποδεχτούμε τα άτομα στα οποία έχει δοθεί αυτή η ταμπέλα, δεν κάνουμε τίποτα για να καταργήσουμε την ταμπέλα αυτή καθεαυτή και τις πραγματικές συνέπειες που έχει στο σώμα και τα ψυχικά τοπία των ανθρώπων.
Εκ του ασφαλούς και από αγεφύρωτες αποστάσεις, ψυχιάτροι πίσω από τα γραφεία τους κάνουν καρυκατουρίστικα πορτραίτα της ζωής των άλλων και συνταγογραφούν δηλητήρια. Και στον αψεγάδιαστο κόσμο της προσπάθειας αποστιγματοποίησης όλα αυτά λέγονται φροντίδα (όχι συμβολική και σωματική βία). Η φροντίδα που φέρνει το ιατρικό μοντέλο, κάτι που οι στατιστικές λένε ξεκάθαρα, είναι μια φροντίδα που σκοτώνει. Τον μόνο που ωφελεί η εξίσωση της «ψυχικής ασθένειας» (και παρακαλώ δώστε προσοχή στα εισαγωγικά) με τις φυσικές ασθένειες είναι τους ψυχιάτρους. Φτιάχνει μια κολακευτική εικόνα για αυτούς ως διασώστες και καλοπροαίρετους και σπρώχνει κάτω από το χαλί την πολιτικοκοινωνική βάση του επαγγέλματός τους ως φορέων καταπίεσης και ελέγχου, ενός από τους πιο παραβιαστικούς, τιμωρητικούς και αστυνομευτικούς ελέγχους που διασχίζουν το κοινωνικό σώμα.
Παραδόξως, τα είδη λόγου που εκφέρονται από το κίνημα αντιστιγματοποίησης, είναι εκείνα ακριβώς τα είδη λόγου που προκαλούν τη ρουφήχτρα της ψυχιατρικοποίησης, έτσι όπως αυτή κατηγοριοποιεί ανθρώπους ως μολυσμένους και μιαρούς.