I. Εισαγωγή
Σε αυτό το κείμενο θα συζητηθεί πώς η έννοια του δημόσιου χώρου σχηματίζεται μέσα από το πανηγύρι και τη σχέση του πανηγυριού/γιορτής με την καθημερινή ζωή. Θα εξεταστεί η Παρισινή Κομμούνα ως «η μεγαλύτερη γιορτή του 19ου αιώνα» υποστηρίζοντας πολιτικά αυτή τη δήλωση των καταστασιακών, συγκρίνοντας την και με γιορτές του παρελθόντος αλλά και κοιτώντας πώς επηρεάστηκε η καθημερινότητα όσων συμμετείχαν. Θα αντλήσουμε κυρίως από τη δουλειά θεωρητικών επηρεασμένων από τα ριζοσπαστικά κινήματα πριν και μετά τον Μάη του 68, κυρίως τον H. Lefebvre και την καταστασιακή διεθνή, των οποίων η δουλειά συμπίπτει συχνά, παρά τις προσωπικές τους κόντρες.
Το κείμενο θα εστιάσει στις θέσεις του Lefebvre για την έννοια ‘festival’ (γιορτή) καθώς και των καταστασιακών εννοιών του παιχνιδιού και της κατασκευής καταστάσεων. Επιπλέον, θα χρησιμοποιηθούν και κείμενα που είτε επηρέασαν είτε ερμήνευσαν τα παραπάνω. Τέλος, συγκεκριμένες στιγμές της Παρισινής Κομμούνας θα ειδωθούν υπό το πρίσμα της επανάστασης-σα-γιορτή για να διαπιστωθεί η σχέση τους με την πολιτική και την κουλτούρα.
II. Σημαντικές έννοιες
Πριν ξεκινήσει η ανάλυση είναι σημαντικό να διευκρινίσουμε κάποιες αμφιλεγόμενες έννοιες-κλειδιά που αναφέρονται σ’ αυτό το κείμενο. Πρώτα, η έννοια της γιορτής, όπως την περιγράφει ο Lefebvre:
*...ισχυροποιημένοι κοινωνικοί δεσμοί και παράλληλα απελευθέρωση των επιθυμιών που είχαν καταπιεστεί από τη συλλογική πειθαρχία και την πραγματικότητα της καθημερινής εργασίας. Με τους εορτασμούς, κάθε μέλος της κοινότητας ξεπερνούσε τον εαυτό του, και άξαφνα αντλούσε κάθε ενέργεια, ευχαρίστηση και πιθανότητα από τη φύση, το φαγητό, την κοινωνική ζωή αλλά και από το σώμα και το μυαλό. *
… οι γιορτές ήταν σε βίαιη αντίθεση με την καθημερινότητα ...^1^
Κατανοούμε έτσι τους περιορισμούς του παραδοσιακού πανηγυριού. Δε διαρκεί παρά ελάχιστο και φέρνει μαζί του και την επιστροφή στην κανονικότητα. Η αξία του έγκειται στην αντίθεση με την καθημερινότητα, στο ρήγμα που δημιουργεί στην πραγματικότητα της εργασίας και της κακουχίας, στην εφήμερη φύση του: τα υποκείμενα είναι προσωρινά κύριοι των επιθυμιών τους.
Επίσης σημαντική για την ιδέα της επαναστατικής γιορτής είναι η έννοια της επανάστασης. Για αυτό το κείμενο θα χρησιμοποιηθεί ένας ορισμός της επανάστασης που μπορεί να διατυπωθεί μόνο περιγραφικά σε σχέση με τα υποκείμενα που τη συντελούν. Η επανάσταση μπορεί να περιγραφεί κάπως συμβατικά από τη μια, ως η μαρξιστική νόηση του τελικού έργου της εργατικής τάξης: η κατάργηση του εαυτού της και των τάξεων γενικότερα. Όμως είναι χρήσιμο να ορίσουμε την επανάσταση κάπως πιο ποιητικά: η στιγμή εκείνη στην οποία η τέχνη έχει ξεπεραστεί, γιατί η τέχνη της ζωής είναι η μόνη εναπομένουσα τέχνη, μια ‘ποίηση’ της καθημερινότητας.
III. Η Παρισινή Κομμούνα: μια σύντομη αναδρομή
Η επανάσταση που έγινε στο Παρίσι την άνοιξη του 1871 έχει μια ξεχωριστή θέση στην ιστορία των κοινωνικών κινημάτων. Είναι η πρώτη φορά που, αν και για μικρό χρονικό διάστημα, εγκαθιδρύθηκε εργατική αυτοδιεύθυνση.
Το 1870 η Γαλλία βρισκόταν σε πόλεμο με την πρωσική αυτοκρατορία. Μέσα στο χάος λάμβαναν χώρα και εσωτερικές διαμάχες στο Παρίσι, όπου το Σεπτέμβρη, εργάτες εισέβαλαν στο Palais Bourbon και ανάγκασαν τη νομοθετική εξουσία να αναγγείλει την πτώση της αυτοκρατορίας και την έλευση της δημοκρατίας. Εγκαθιδρύθηκε μια προσωρινή κυβέρνηση εθνικής άμυνας, όμως οι παριζιάνοι γίνονταν όλο και πιο καχύποπτοι απέναντί της. Μετά την ήττα του Παρισιού από τους Πρώσους κι όταν έμαθαν για τις συναλλαγές που γίνονταν, οι παριζιάνοι εξεγέρθηκαν ενάντια στην κυβέρνησή τους.
Η κυβέρνηση υποσχέθηκε να παραιτηθεί και να κηρύξει εκλογές, όμως αντί αυτού επιβλήθηκε διά της βίας. Το Γενάρη του 1871 το Παρίσι παραδόθηκε στους Πρώσους, ωστόσο η εθνική φρουρά (ο λαός του Παρισιού) παρέμεινε οπλισμένη. Αργότερα, έγινε ανταλλαγή του Παρισιού με άλλες περιοχές, όμως η Εθνική Συνέλευση εγκαθίδρυσε την κυβέρνηση στις Βερσαλλίες, φοβούμενη τους παριζιάνους που αποστάτησαν και ξεκίνησαν να οργανώνονται στις αρχές Μάρτη. Ο Θιέρς, επικεφαλής της Εθνικής Συνέλευσης, προσπάθησε να αφοπλίσει το Παρίσι και έστειλε στρατιώτες που όμως αρνήθηκαν τις διαταγές του και ενώθηκαν με τους παριζιάνους. Έτσι, στις 18 του Μάρτη ξεκίνησε επισήμως ο εμφύλιος πόλεμος και στις 28 του ίδιου μήνα εκλέχθηκε το συμβούλιο της Παρισινής Κομμούνας.
Το συμβούλιο της Κομμούνας έθεσε ως βασικό μισθό τα 6000 φράγκα, διαχώρισε την εκκλησία και το κράτος, απαλλοτρίωσε όλη την τοπική εκκλησιαστική περιουσία, αφαίρεσε κάθε θρησκευτικό σύμβολο και προσευχή από τα σχολεία, κατεδάφισε εξουσιαστικά σύμβολα, ξεχρέωσε τους πολίτες από ενοίκια και χρωστούμενα, έκλεισε τα ενεχυροδανειστήρια και ξεκίνησε να σχεδιάζει το εκ νέου άνοιγμα κλειστών εργοστασίων υπό τον έλεγχο των εργατών. Παράλληλα, όμως, το Παρίσι πολιορκούνταν από το στρατό των Βερσαλλιών και η στρατιωτική ανεπάρκεια της Κομμούνας ήταν, τελικά, μοιραία. Από την 21^η^ μέχρι την 28^η^ Μάη, γνωστή και ως «ματωμένη βδομάδα», ο γαλλικός στρατός κατάφερε να καταλάβει το Παρίσι και να πνίξει την Κομμούνα στο αίμα: οι νεκροί υπολογίζονται μεταξύ 20.000 και 30.000, ενώ δεκάδες χιλιάδες φυλακίστηκαν.
IV. Η Κομμούνα σαν γιορτή: οι παριζιάνοι, κύριοι της μοίρας τους
Είναι γενικότερα η μοίρα εντελώς καινούργιων ιστορικών δημιουργημάτων να τα μπερδεύουν με αντίστοιχα παλαιότερα, ακόμα και ξεπερασμένα, παραδείγματα, με τα οποία έχουν κάποιες ομοιότητες. Έτσι αυτήν τη νέα Κομμούνα, που έσπασε τη μοντέρνα κρατική εξουσία, την μπερδεύουν με μια αναπαράσταση των μεσαιωνικών καρναβαλιών, που πρώτα προηγήθηκε και μετά έγινε το υπόστρωμα αυτής της εξουσίας.^2^
Είναι χρήσιμο να θυμίσουμε κάποιες πτυχές των λαϊκών καρναβαλιών που αντικατοπτρίζει η Κομμούνα σα δημιουργική σύγκριση. Η Κομμούνα, όπως και τα καρναβάλια πριν απ’ αυτήν, δεν είχε αρχηγούς. Οι καθημερινοί άνθρωποι, οι περιθωριοποιημένοι, οι φτωχές, οι αόρατοι, οι γυναίκες, οι νέοι και οι γέροι ήταν και απλοί συμμετέχοντες και καθοδηγητές. Η ιεραρχία και η εξουσία αναστάλθηκαν προσωρινά: σύμβολα εξουσίας καταστράφηκαν, θυμίζοντας τη σάτιρα του καρναβαλιού.
Οι ομοιότητες της Κομμούνας με στιγμές της μεσαιωνικής ζωής και στιγμές του καρναβαλιού δεν είναι τυχαίες. Οι οπλισμένοι παριζιάνοι δικαιούνταν μισθό για τη συμμετοχή τους στην άμυνα της πόλης, που σήμαινε ότι μπορούσαν να αφήσουν τις προηγούμενές τους δουλειές, ελευθερώνοντας χρόνο ώστε να κυνηγήσουν άλλες επιθυμίες. Το γιορτινό στοιχείο δεν περιορίστηκε σε πολιτιστικό επίπεδο, αν και τα πανηγύρια ήταν πυκνά και μακρόχρονα, τα θέατρα άνοιγαν κάθε βράδυ με δωρεάν είσοδο κι έτσι προσέλκυαν μεγάλο κοινό. Ακόμα και κάποιες εκκλησίες επανοικειοποίησαν και χρησιμοποίησαν για δραστηριότητες. Οι δρόμοι γέμισαν ζωή, με κόσμο κάθε ηλικίας να συναντιέται για να παρακολουθήσει παραστάσεις και να συμμετέχει σε πομπές, να συζητήσει στα συμβούλια ή να χτίσει αμυντικά οδοφράγματα.
Για τη θεώρηση των καταστασιακών η έννοια του παιχνιδιού ήταν κεντρική. Ο Ντεμπόρ συγκεκριμένα μιλούσε για μια νέα ζωή, όπου οι διχοτομίες της καπιταλιστικής καθημερινότητας θα καταργούνταν, όπου εργασία και παιχνίδι ενώνονται, ενώ δημόσιο και ιδιωτικό είναι αδιαχώριστα. Έτσι, το παιχνίδι θα ήταν ο κεντρικός «στόχος» της καθημερινότητας, ενώ η τέχνη θα είναι ξεπερασμένη: ο Lefebvre έκανε έναν ανάλογο παραλληλισμό, προσδοκώντας σε μια νέα «ποίηση», δηλαδή τη δημιουργία έργων αντί προϊόντων. Στην Παρισινή Κομμούνα, οι καταστασιακοί είδαν μια πρώιμη εικόνα του παιχνιδιού που ονειρεύονταν. Χρησιμοποιώντας για παράδειγμα τα παιχνίδια που έπαιζαν οι εξεγερμένοι με τα όπλα τους (παίζοντας με την εξουσία, τη ζωή και το θάνατο), οι καταστασιακοί επιβεβαιώνουν την Κομμούνα ως τη μεγαλύτερη γιορτή του δέκατου ένατου αιώνα, όπου οι συμμετέχοντες ήταν κύριες της ιστορίας τους, κύριοι της καθημερινότητάς τους. Αυτό, επίσης, σήμαινε και την πρώτη εφαρμογή μιας «επαναστατικής πολεοδομίας». Οι εργάτες κατέλαβαν το κέντρο, από το οποίο εκδιώχθηκαν από τον Haussman, και υποτίμησαν τη μέχρι τότε αδιαμφισβήτητη αξία των μνημείων, καταστρέφοντας τα τελευταία, ενώ παράλληλα επιδείκνυαν την αντίληψή τους για τον κοινωνικό χώρο μόνο με πολιτικούς όρους. Για τους καταστασιακούς, η δημιουργία του νέου, η γιορτή της καθημερινότητας, μπορούσε να ξεκινήσει μόνο στο κενό που αφήνει η επανακατάληψη του φυσικού και κοινωνικού χώρου, κάτι που, αν και βραχυπρόθεσμα, η Κομμούνα κατάφερε.
Οι πιο ισχυρές εκφράσεις της γιορτής και της συλλογικής χαράς της Κομμούνας ήταν άρρηκτα συνδεδεμένες με την άρνηση της καταργημένης τάξης. Οι εξεγερμένες γκρέμισαν την κολώνα στην πλατεία Vendome και έκαψαν δημόσια την πιο αιματοβαμμένη γκιλοτίνα μέσα σε πανηγυρικό κλίμα. Αυτό μπορεί να συγκριθεί με τις συμβολικές φιγούρες εξουσίας που καταστρέφονταν πριν το τέλος του μεσαιωνικού καρναβαλιού. Η Κομμούνα, όπως και τα καρναβάλια πριν από αυτήν, ήταν γιορτή της ζωής. Όμως, η σημαντικότερη δυναμική της Κομμούνας προήλθε από την προσωρινή της χρονική ασάφεια. Όπως έχει αναφερθεί, τα καρναβάλια είχαν νόημα λόγω της σύγκρουσής τους με μια μουντή καθημερινότητα. Η Κομμούνα από την άλλη, δεν είχε καμία πρόθεση να επανέλθει στην προηγούμενη κατάσταση: οι Κομμουνάριες είχαν σκοπό να αλλάξουν τη ζωή τους. Κάθε στιγμή ήταν πολύτιμη, η αλλοτρίωση περιορίστηκε προσωρινά και οι εξεγερμένοι δούλευαν, όχι για κάποιον, αλλά για τις εαυτές τους, για το καλό της Κομμούνας. Ή δε δούλευαν καθόλου, περνώντας τη μέρα χαζεύοντας στα οδοφράγματα. Ο Μαρξ είπε πως το πιο σημαντικό κοινωνικό στοιχείο της Κομμούνας ήταν η ίδια η ύπαρξή της με πράξεις. Σε αυτό το πλαίσιο μπορούμε να δούμε πως η έννοια της εργασίας κατά κάποιο τρόπο θόλωσε, χαράζοντας μια πρώτη εικόνα αυτού που οι καταστασιακοί αργότερα εξέλιξαν σαν παιχνίδι.
Και ο Lefebvre και οι καταστασιακοί γοητεύτηκαν από την προσπάθεια να γεφυρωθεί το πιθανό και το απίθανο μέσω μιας υπέροχης αλλά τελικά καταδικασμένα εφήμερης κατάστασης. Η καθημερινότητα γίνεται ένα παθιασμένο παρόν, αρνούμενη κάθε αιώνια αξία (πολιτιστική και μη) και αντί αυτού επικεντρώνεται στην πραγμάτωση επιθυμιών. Αυτό ήταν και το πιο σημαντικό στην Κομμούνα, όχι τόσο οι οργανωτικές στρατηγικές, ούτε ο επαναστατικός ηρωισμός, αλλά η αναδημιουργία του δημόσιου χώρου από ανθρώπους των οποίων η αυτοδιαχείριση τροποποίησε την καθημερινή τους ζωή ακόμα και στις μικρότερες λεπτομέρειες.
Προφανώς η Κομμούνα δεν ήταν τέλεια. Η αυθόρμητη γιορτινή ατμόσφαιρα σήμαινε πως είχε και κάποια οργανωτικά και τακτικά μειονεκτήματα που συνέβαλαν στην ήττα της. Επίσης, κάποια ιδεολογικά τερτίπια δεν ξεπεράστηκαν, δείχνοντας πως, αν και η επαναστατική γιορτή ήταν στο προσκήνιο, τα υποκείμενά της ήταν ακόμα επιβαρυμένα με τους τρόπους του παλιού κόσμου. Αυτό εκφράστηκε με τον πιο ηχηρό τρόπο στην άρνηση παρτιζάνων καλλιτεχνών να αφήσουν την Παναγία των Παρισίων να καεί, υπερασπιζόμενοι τον καθεδρικό στο όνομα αιώνιων αισθητικών αξιών και εμποδίζοντας την ποιητική και καταστροφική έκφραση της Κομμούνας μέσα από τις φλόγες.
V. Η γιορτή γίνεται τραγωδία: η ήττα των παριζιάνων
Εν τέλει η Κομμούνα ηττήθηκε. Η ομορφιά της οριζόντιας οργάνωσης αποδείχθηκε ανεπαρκής να αντιμετωπίσει την πολιορκία από το στρατό των Βερσαλλιών. Αυτό έγινε επώδυνα ξεκάθαρο ακόμα και στους κομμουνάριους προς το τέλος του Μάη 1871. Η γιορτινή ατμόσφαιρα υποχώρησε και έδωσε τη θέση της σε οργή και πικρή αποφασιστικότητα για μάχη μέχρι το τέλος, παρά να πέσουν στα χέρια του Θιέρς.
Το λαϊκό καρναβάλι αλλάζει χαρακτήρα. Στην πραγματικότητα, συνεχίζει: δίνει τη θέση του στον πόνο. Ξέρουμε πως η Τραγωδία είναι αιματηρή γιορτή... Μετά έρχεται ο θάνατος και η επικράτηση της μοίρας και της ήττας... ο επικήδειος δεν έχει χάσει την επική ατμόσφαιρα της γιορτής.^3^
Για τον Lefebvre, το τέλος της Κομμούνας ήταν επιβεβαίωση του χαρακτήρα της ως γιορτή. Οι παριζιάνες υπερασπίστηκαν το έργο της Κομμούνας και, διατηρώντας το χαρακτήρα της άθικτο, έσωσαν τις εαυτές τους από το θάνατο της σιωπής. Η προσωρινή άρση της αλλοτρίωσης έφτανε στο τέλος της, μαζί της το γιορτινό παρόν της Κομμούνας. Η μόνη εγγύηση που έφερε το μέλλον ήταν η επιστροφή της τάξης. Οι λεωφόροι του Haussman έδωσαν την ευκαιρία στο στρατό να επιβάλει το νόμο, πάνω απ’ τα πτώματα χιλιάδων κομμουνάριων. Τις τελευταίες μέρες οι δρόμοι παρέμειναν ζωντανοί και οι κομμουνάριες έβαζαν φωτιά σε κτίρια, από τη μια για να καλύψουν τα ίχνη τους και την υποχώρησή τους και από την άλλη από εκδικητική μανία: η γιορτή της ζωής έγινε μάχη μέχρι εσχάτων, γιορτή θανάτου και ήττας.
VI. Επίλογος
...ένα πραγματικό και συλλογικό καρναβάλι, μια γιορτή των ανθρώπων για τους ίδιους, μια τεράστια παράσταση που ήρθε με την εκούσια θυσία του πρωταγωνιστή..^4^
Η Κομμούνα λοιπόν ήταν μια γιορτή, ένα καρναβάλι αν θέλετε, τεραστίων διαστάσεων. Ήταν μια στιγμή στην ιστορία όπου η καθημερινότητα ήταν αδιαχώριστη από τη χαρούμενη και συμμετοχική γιορτή που κυριαρχούσε. Η Κομμούνα του Παρισιού προσπάθησε να γεφυρώσει την καθημερινή βαρεμάρα με το επαναστατικό αδιανόητο, μια προσπάθεια που, ενώ είχε ελπιδοφόρα αρχή, κατέληξε σε μια καταστροφική ήττα. Μια ήττα που, αν και από τις μεγαλύτερες του εργατικού κινήματος, είναι ίσως και από τις μεγαλύτερές του νίκες. Ήταν ένα παράδειγμα, στην πράξη, ενός επαναστατικού καρναβαλιού, μια γιορτή της επανάστασης, επανανοηματοδοτώντας το δημόσιο και στήνοντας το σκηνικό για τη μεγαλύτερη γιορτή του δέκατου ένατου αιώνα.
Σημειώσεις
1 Lefebvre, Critique of Everyday Life: Volume 1, p. 207
2 K. Marx, Civil War in France, p. 42
3 Lefebvre, Key Writings, p. 188-189
4 Lefebvre, Key Writings, p. 189
Ενδεικτική βιβλιογραφία
Debord, G., Kotanyi, A., Vaneigem, R., Theses on the Paris Commune, http://www.bopsecrets.org/SI/Pariscommune.htm
Grindon, G., Revolutionary Romanticism: Henri Lefebvre’s Revolution-as-Festival στο Third Text Vol. 27, No. 2
Gullickson, G.L., Unruly Women of Paris
Η επανάσταση μιας πόλης: Η Κομμούνα του Παρισιού στο Κομπρεσέρ Νο. 5
Lefebvre, H., Critique of Everyday Life: Volume 1, Key Writings, The production of Space
Marx, K., Civil War in France