Κάθε μέρα η ίδια ιστορία - και πρόκειται για εξιστόρηση που για χρόνια ήταν ανίκανη να τοποθετήσει σε μια παράγραφο, μια πρόταση, έστω μια λέξη· μια σκηνή, τρομακτική αν την συνειδητοποιεί το κάθε υποκείμενο που, για να υπάρξει σαν ενότητα και εαυτός, τουλάχιστον σαν οπτασία στη ζωή, επαναλαμβάνεται με διάφορους τρόπους και πλάθεται αυτό που λέμε ζωή, παραλαμβάνοντας σαν τίμημα αυτής της απόλαυσης για επανάληψη, την επιθυμία του ιδίου του υποκειμένου·τη νεαρή σχετικά γυναίκα, από το απόγευμα την έπιανε αυτό που αποκαλούσε κρίση, που, μετά από το βάφτισμα από τον παθολόγο της σαν κρίση άγχους, θα το «μετονόμαζε» με δανεικές λέξεις σαν πανικό: «Είναι κρίση πανικού»·έτσι είπε ο γιατρός και συνταγογράφησε τη γιατρειά - το χάπι: ρώτησε αυτή για κάτι άλλες μεθόδους, κάτι ψυχοθεραπείες, ψυχαναλύσεις, γνωστικές και άγνωστες, γιατί φοβόταν το χάπι και αυτός της είπε σαν καθαρός καπιταλιστής ότι τα φάρμακα θα την βοηθήσουν πολύ πιο «γρήγορα» από όλα αυτά που ανάφερε, χωρίς να διακρίνει τίποτε άλλο στο λόγο της και στην ιστορία της- και αυτή δε μίλησε· το ίδιο σιωπηλή ήταν και προς τον ψυχολόγο της αργότερα, στον οποίο δάνειζε μια δυο ώρες από τον εβδομαδιαίο της χρόνο για να μιλούν- να μιλά χωρίς να μιλάει, να μιλάει και να απολαμβάνει το μίζερο λόγο της και ότι κάποιος τον άκουε, σα μάρτυρας- τουλάχιστον αυτά εξιστόρησε αργότερα, λίγα χρόνια μετά, αφού το «γρήγορα» είχε γίνει τρία χρόνια σε φαντασιακό χρόνο, αυτό δηλαδή του ρολογιού· και, κάθε τόσο ξαναπήγαινε στο γιατρό, στις διαβαθμισμένες συναντήσεις με εκείνα τα τυπικά πώς είσαι, πώς ένιωθες αυτή τη βδομάδα, και τα, δώσε λίγο χρόνο, και άλλο χρόνο, για να δουλέψει το χάπι, ή το θα πρέπει να αυξηθεί η δόση των χαπιών σου: πάντα να δουλέψει κάτι άλλο, ποτέ το ίδιο το υποκείμενο λες και το σύμπτωμα δεν είναι δικό του, λες και το σύμπτωμα δεν είναι το ίδιο το υποκείμενο.
Κάθε φορά, είχε λίγη ώρα συζήτησης με τον γιατρό κατά τη διάρκεια της οποίας του έλεγε ότι δεν μπορούσε να δεχθεί ότι έπρεπε να πίνει το χάπι για να είναι καλά, δεν το δεχόταν, μα τελικά πείστηκε: και, έτσι με το στανιό, άρχισε τα χάπια, δειλά δειλά, και καλά έκαμε κάτω από τις περιστάσεις, γιατί το σώμα της υπόφερε και μόνο αυτή ήταν υπεύθυνη για το πώς θα θεραπευτεί - δεν ήταν θέμα ποια «μέθοδος» είναι η καλύτερη- ο καθένας έχει την ευθύνη του συμπτώματός του, της «θεραπείας» του, και φυσικά του λόγου του, της ζωής του - αυτό το τελευταίο είναι και το δυσκολότερο, δύσκολο, πολύ δύσκολο πράμα να αναληφθεί η ευθύνη της επιθυμίας ή της απόλαυσης. Στο γιατρό είπε μια φορά πως σκεφτόταν να αυτοκτονήσει - αυτό κατά την περίοδο λίγο πριν αρχίσει ψυχανάλυση- εκείνη την παρεξηγημένη πράξη ζωής, που αποκαλείται λαθεμένα ως ψάξιμο προς το παρελθόν, ότι δηλαδή, δήθεν πρέπει να πας πίσω και να θυμηθείς: όλα ήταν μπροστά της και μπροστά στο γιατρό που χωρίς να το καταλάβει είχε κάνει σωστή διάγνωση- ότι αυτή η γυναίκα χρειαζόταν το happy, αφού απολάμβανε τη μιζέρια της. Enjoy.