Ο τρόπος ύπαρξης και τα φυσικά τοπία είναι αλληλένδετα, δημιουργώντας με αυτόν τον τρόπο την ξεχωριστή έκδοση κάποιου χώρου που μπορεί να είναι μια σημαντική πτυχή της εμπειρίας ενός ατόμου ή και της κοινωνίας. Φανταστείτε τις θάλασσες και τις ακρογιαλιές, τις εμπειρίες μας εκεί, σε συνδυασμό με το φυσικό περιβάλλον και τα μη ανθρώπινα όντα που μοιράζονται το χώρο – αυτό είναι που μας συνδέει. Αυτό είναι που εν μέρει εννοούσε ο Henri Lefebvre στη συζήτησή του σχετικά με την «παραγωγή του χώρου», όπου όρισε τον χώρο ως μια κοινωνική μορφολογία. Ο χώρος δηλαδή, είναι «στην βιωματική εμπειρία, ότι είναι η μορφή για τον ζωντανό οργανισμό, και εξίσου στενά συνδεδεμένη με την λειτουργία και τη δομή του».
Όταν ο Henri Lefebvre στο δοκίμιό του «Η παραγωγή του χώρου» (“The production of space”) το 1974, ανάφερε ότι ο χώρος παράγεται και αναπαράγεται μέσα από την ανθρώπινη βούληση υποστήριζε ουσιαστικά πως ο χώρος δεν αποτελεί απλά ένα μέσο αλλά ούτε και ένα κατάλογο συστατικών. Ο χώρος, όπως τον ερμηνεύει ο Lefebvre, είναι η διασύνδεση της γεωγραφικής μορφής, του κτισμένου περιβάλλοντος, των συμβολικών ερμηνειών αλλά και των ανθρώπινων συνηθειών. Όσον αφορά τη θάλασσα και την παραλία από την άποψη του χώρου, όπως τέθηκε από τον Lefebvre (ως κοινωνική μορφολογία), αντιλαμβανόμαστε πως υπάρχουν διαφορετικές λειτουργίες, δομές αλλά και εμπειρίες, οι οποίες συνδέονται τόσο με τον αιγιαλό, όσο και με τη θάλασσα.
Ο Lefebvre προτείνει ότι ο καπιταλισμός και το κεφάλαιο διαμορφώνουν ενεργά τον χώρο, όχι μόνο για την επίτευξη ιδεολογικών στόχων ή τη διατήρηση των κατάλληλων συνθηκών για την παραγωγή σε άλλους τομείς, αλλά ακριβώς λόγω του ότι «η αγορά μέσα στον ίδιο τον χώρο» αποκτά όλο και περισσότερη σημασία, αφού είναι μια από τις πιο προσοδοφόρες και σημαντικές αγορές · με τη δυνατότητα λοιπόν για αξιοποίηση της υπεραξίας, ο χώρος σαν κεφάλαιο έχει «σώσει τον καπιταλισμό από την εξαφάνιση».
Ως εκ τούτου, η διερεύνηση για τη συμπερίληψη της θάλασσας στη νεοφιλελεύθερη ατζέντα, ξεδιπλώνει την μάχη μεταξύ αυτών «που παράγουν το χώρο για κυριαρχία» και αυτών που «παράγουν το χώρο για τη χρήση του για την εξυπηρέτηση της ανθρώπινης ανάγκης». Η νέα στρατηγική της Ευρωπαικής Επιτροπής, η οποία ονομάστηκε «Γαλάζια Ανάπτυξη» (“Blue Growth”) φανερώνει ακριβώς αυτό · έχοντας ως δικαιολογία την οικονομική κρίση, η καπιταλιστική έννοια του χώρου επεκτείνεται για να συμπεριλάβει και το θαλάσσιο περιβάλλον.
Η «Γαλάζια Ανάπτυξη» είναι η καινούργια στρατηγική που προέκυψε από τη χρήση των θαλασσών για την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη. Με βάση τη συγκεκριμένη στρατηγική, η Ευρωπαική Ένωση στοχεύει στη στήριξη της βιώσιμης ανάπτυξης του θαλάσσιου και ναυτιλιακού τομέα, «αναγνωρίζοντας ότι οι θάλασσες και οι ωκεανοί είναι μοχλοί της ευρωπαϊκής οικονομίας, με μεγάλο δυναμικό για καινοτομία και ανάπτυξη» [1].
Σύμφωνα με την Ευρωπαική Επιτροπή, η «γαλάζια» οικονομία αντιπροσωπεύει ήδη 5,4 εκατομμύρια θέσεις εργασίας και ακαθάριστη προστιθέμενη αξία σχεδόν 500 δις ετησίως. Ταυτόχρονα, υποστηρίζει πως υπάρχει δυνατότητα για περαιτέρω ανάπτυξη σε (τουλάχιστον) πέντε τομείς, οι οποίοι έχουν επισημανθεί στο πλαίσιο αυτής της στρατηγικής και οι οποίοι θα υποστηριχτούν με προώθηση επενδύσεων στην έρευνα και την καινοτομία, προώθηση δεξιοτήτων μέσω εκπαίδευσης και κατάρτισης, όπως επίσης και με την κατάργηση γραφειοκρατικών εμποδίων τα οποία γίνονται εμπόδια στην ανάπτυξη.
Οι πέντε αυτοί τομείς οι οποίοι έχουν επιλεγεί για μια πιο στοχευμένη προσέγγιση είναι οι εξής: η θαλάσσια υδατοκαλλιέργεια, θαλάσσιος και παράκτιος τουρισμός, η γαλάζια βιοτεχνολογία, η ωκεάνια ενέργεια και η εκμετάλλευση κοιτασμάτων του θαλάσσιου βυθού. Η θαλάσσια υδατοκαλλιέργεια αναμένεται να συμβάλλει στην αυξανόμενη ζήτηση στην κατανάλωση ψαριών και μεταξύ άλλων προωθούνται η μείωση των διοικητικών επιβαρύνσεων, η διευκόλυνση της πρόσβασης σε χώρο και ύδατα και η αύξηση της ανταγωνιστικότητας. Με την γαλάζια βιοτεχνολογία, εννοείται η εξερεύνηση και εκμετάλλευση των διάφορων θαλάσσιων οργανισμών με σκοπό την ανάπτυξη νέων προϊόντων και η εστίαση θα είναι πρώτα στην έρευνα και στην συνέχεια στην καινοτομία [2]. Όσον αφορά την ωκεάνια ενέργεια, οι σχετικές τεχνολογίες αναπτύσσονται για την αξιοποίηση του δυναμικού των ρευμάτων και των κυμάτων καθώς και των διαφορών θερμοκρασίας και αλατότητας. Σύμφωνα με την Ε.Ε., η ανάπτυξη του τομέα, «εκτός του ότι θα μας βοηθήσει να επιτύχουμε τους στόχους μας όσον αφορά τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τη μείωση των αερίων του θερμοκηπίου, θα μπορούσε να συμβάλει στην τόνωση της οικονομίας μέσω της καινοτομίας και της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας υψηλής εξειδίκευσης» [3]. Τέλος, με τον τομέα για την εκμετάλλευση κοιτασμάτων του θαλάσσιου βυθού, η Ε.Ε. ευελπιστεί ώστε να εξασφαλιστεί ο ενεργειακός εφοδιασμός και να καλυψεί ένα κενό στην αγορά [4].
Ποιό είναι το πρόβλημα λοιπόν;
Είναι ξεκάθαρο ότι η γαλάζια ανάπτυξη έχει ως βασικό στόχο την οικονομική ανάπτυξη. Προωθείται εξάλλου ως το κλειδί που θα ξεκλειδώσει τον φυσικό πλούτο που κρύβεται στους ωκεανούς. Η περιβαλλοντική προστασία υπάρχει με όρους τυπικούς, με τη διεξαγωγή μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων, δηλαδή με καθαρά τεχνοκρατικούς όρους και η κοινωνική πτυχή της γαλάζιας ανάπτυξης βασίζεται ουσιαστικά στην υπόθεση πως η κοινωνική ευημερία μετριέται με θέσεις εργασίας και ακόμη περισσότερη ανάπτυξη. Σε μια δυναμική η οποία εστιάζει στην οικονομική ανάπτυξη, είναι πλέον γνωστό πως οι μη-οικονομικές πτυχές τέτοιων δραστηριοτήτων τείνουν να παραβλέπονται και να θεωρούνται ασήμαντες.
Αυτό που αγνοούν οι υποστηρικτές της συγκεκριμένης στρατηγικής είναι οι κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις (κάποιων τουλάχιστον) από τους τομείς που προωθούνται. Δραστηριότητες όπως η θαλάσσια υδατοκαλλιέργεια, θαλάσσιος και παράκτιος τουρισμός, η γαλάζια βιοτεχνολογία, η ωκεάνια ενέργεια και η εκμετάλλευση κοιτασμάτων του θαλάσσιου βυθού βρίσκεται συχνά στο κέντρο των αντιπαραθέσεων των τοπικών κοινοτήτων και των παράκτιων ψαράδων από τη μια πλευρά και των επιχειρηματικών κύκλων από την άλλη. Αυτοί οι τομείς έχουν βρεθεί σε πολλές περιπτώσεις να έρχονται σε σύγκρουση με την τοπική κοινότητα αξίες και συμφέροντα, λόγω τόσο των κοινωνικών όσο και των περιβαλλοντικών επιπτώσεων.
Όπως είπε και η Γαλλίδα πολιτικός Corinne Morel Darleux του αριστερού κόμματος στην Γαλλία (le parti de gauche), όταν μιλάμε για γαλάζια ανάπτυξη, όπως και με τον πράσινο καπιταλισμο (green capitalism), «το πρόβλημα δεν είναι στο χρώμα» [5]. Η γαλάζια ανάπτυξη, ως άλλο ένα πλοκάμι του καπιταλισμού, δεν μπορεί να διαχωριστεί από την πραγματικότητα της, και οι οποιεσδήποτε προσπάθειες να γίνει ‘οικολογική’, είναι – όπως είπε και ο Μάρρει Μπούκτσιν για τον πράσινο καπιταλισμό – καταδικασμένη από την ίδια τη φύση του (καπιταλιστικού) συστήματος, ως ένα σύστημα ατελείωτης ανάπτυξης [6].
Εν τω μέσω μιας παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, κυρίως οι ανεπτυγμένες χώρες επικεντρώνονται όλο και περισσότερο στην οικονομική ανάπτυξη χρησιμοποιώντας την κρίση για να εδραιώσουν μια καθαρά νεοφιλελεύθερη ατζέντα, επιτρέποντας την περαιτέρω απορρύθμιση της οικονομίας και της οικειοποίηση, ιδιωτικοποίηση και εμπορευματοποίηση των κοινών, δημόσιων αγαθών. Η ιδιωτικοποίηση του χώρου για τα επιχειρηματικά συμφέροντα έχει μετατοπιστεί από την ξηρά και το παράκτιο χώρο στο θαλάσσιο περιβάλλον. Η γαλάζια ανάπτυξη είναι άλλη μια στρατηγική, η οποία σκοπό έχει την κερδοφορία και τη διαιώνιση της λειτουργίας του μαγκανοπήγαδου / τροχού της παραγωγής και της κατανάλωσης, με πρόσχημα την κρίση και την ανάγκη για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Ταυτόχρονα, η γαλάζια ανάπτυξη αποτελεί την αρχή της αλλαγής της σχέσης του ανθρώπου και της κοινωνίας με το θαλάσσιο περιβάλλον, καθώς από μια πιο αμοιβαία και συμβιώσιμη κοινωνική σχέση, μετεξελίσσεται σε μια σχέση κυριαρχίας και εξουσίας.
[1] http://ec.europa.eu/maritimeaffairs/policy/blue_growth/index_el.htm
[2] http://ec.europa.eu/maritimeaffairs/policy/biotechnology/index_el.htm
[3] http://ec.europa.eu/maritimeaffairs/policy/ocean_energy/index_el.htm
[4] http://ec.europa.eu/maritimeaffairs/policy/seabed_mining/index_el.htm
[5] http://reclaimthesea.org/blue-growth-corinne-morel-darleux/
[6] Bookchin, M. (1990). Remaking Society: Pathways to a green future. South End Press: Boston, MA.